Η αναθεώρηση του Συντάγματος κορυφαία πολιτειακή διαδικασία.Δημοσιεύτηκε Στις


AllTimeClassic

Πρόσφατα επανήλθε στην επικαιρότητα το τεράστιας Πολιτειακής και Πολιτικής σημασίας ζήτημα της αναθεώρησης του Συντάγματος. Όπως είναι γνωστό , το ενδεχόμενο αυτό είχε συζητηθεί και  τον προηγούμενο χρόνο (2017) χωρίς όμως συγκεκριμένη κατάληξη.  Η Κυβέρνηση μάλιστα είχε επιδιώξει  διάλογο με κοινωνικούς φορείς και όσους πολίτες το επιθυμούσαν , είχε δε  ορίσει και μία ειδική Επιτροπή,την Επιτροπή Διαλόγου για την Συνταγματική Αναθεώρηση, υπό τον καθηγητή Πολιτικών Επιστημών κ. Μιχάλη Σπουρδαλάκη,προκειμένου να συντονίσει τον  διάλογο αυτό και να συγκεντρώσει και ταξινομήσει  τις υποβαλλόμενες  απόψεις.

Πράγματι , η εν λόγω επιτροπή  οργάνωσε σειρά εκδηλώσεων με πολίτες στις οποίες εκείνοι μετέφεραν τις απόψεις και τους προβληματισμούς τους, όπως επίσης και σειρά συναντήσεων με επιστημονικούς και κοινωνικούς φορείς για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Παράλληλα, η Επιτροπή με την δημιουργία της ιστοσελίδας της κατέστησε δυνατή και την ηλεκτρονική διαβούλευση.

Σύμφωνα με δηλώσεις του Προέδρου της Επιτροπής Μιχάλη Σπουρδαλάκη στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, οι πολίτες  συμμετείχαν στις εκδηλώσεις και τον διάλογο  με σοβαρότητα και καλά επεξεργασμένες  και πρωτότυπες προτάσεις ,και έτσι  αναπτύχθηκε  και σε κεντρικό και σε περιφερειακό επίπεδο  «μία κουλτούρα» διαβούλευσης που διευκόλυνε τον διάλογο.

Με  βάση τα περιεχόμενα των διαβουλεύσεων και των εισηγήσεων  η Επιτροπή διαπίστωσε ότι οι πολίτες διατύπωναν επιφυλάξεις  για την αλλαγή του τρόπου εκλογής  του Προέδρου της Δημοκρατίας και την εκλογή του απευθείας από το λαό, για την ίδρυση Συνταγματικού Δικαστηρίου και για τον διαχωρισμό κράτους και εκκλησίας  ενώ θεωρούσαν λογικό το να είναι πιο διακριτοί οι ρόλοι και των δύο. Θα πρέπει εδώ να σημειωθεί  ο ρόλος της εκκλησίας η οποία δραστηριοποιήθηκε αρκετά σχετικά με το ζήτημα που φυσικά την αφορούσε άμεσα. Επίσης , διαπιστώθηκε η πλήρης στήριξη των πολιτών στον δημόσιο χαρακτήρα ορισμένων αγαθών όπως η παιδεία, η Υγεία, η Ενέργεια και  το Νερό.

Οι διαδικασίες για την Αναθεώρηση του Συντάγματος  ανεστάλησαν για ένα χρονικό διάστημα, για να αναζωπυρωθούν ένα σχεδόν χρόνο μετά με τις δηλώσεις του πρωθυπουργού για την ανάγκη ολοκλήρωσης της διαδικασίας και φυσικά της αναθεώρησης του Συντάγματος.  Σύμφωνα με τις δηλώσεις αυτές τα κύρια σημεία των  οι προτάσεων του Πρωθυπουργού και της Κυβέρνησης αφορούν  πρώτον τον τρόπο εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας , δεύτερον  την διάκριση των ρόλων Κράτους και Εκκλησίας και τρίτον την κατάργηση  η ουσιαστική αλλαγή του νόμου περί  ευθύνης Υπουργών.

Ο Πρωθυπουργός και η Κυβέρνηση θεωρούν ότι  η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας πρέπει να αποσυνδεθεί από την διεξαγωγή πρόωρων εκλογών. Συνεπώς το κύριο ζήτημα εδώ είναι αν  μετά την τρίτη ψηφοφορία δεν συγκεντρώνονται  οι απαραίτητες 180 ψήφοι , θα εκλέγεται από τον Λαό ή θα συνεχίσει να εκλέγεται από την Βουλή με 151 ψήφους.

Διάσταση απόψεων φαίνεται ότι υπάρχει στους κόλπους του κυβερνώντος κόμματος σχετικά το θέμα της διάκρισης των ρόλων Κράτους και Εκκλησίας, με μία πλευρά να προτείνει την διάκριση των ρόλων χωρίς όμως να καταργείται η αναγνώριση της Ορθοδοξίας ως επίσημης Θρησκείας του Κράτους, κυρίως λόγω των τρεχουσών διεθνών εξελίξεων. Μία άλλη πλευρά όμως ζητά την πλήρη κατάργηση του άρθρου 3 που είναι αυτό με το οποίο η Ορθοδοξία αναγνωρίζεται ως επίσημη  Θρησκεία του Κράτους.

Η πρόσφατη συμφωνία του Πρωθυπουργού με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο για τον διακριτό ρόλο του Κράτους και της Εκκλησίας επιλύει, τυπικά τουλάχιστον , τα προβλήματα αυτά  αφού αποφασίστηκε  οι αλλαγές ( και όχι κατάργηση) που θα γίνουν στο άρθρο 3, με βάση το γερμανικό μοντέλο για τις σχέσεις Κράτους- Εκκλησίας θα ενισχύουν την αυτονομία της εκκλησίας ενώ παράλληλα θα αναγνωρίζουν την προσφορά της στη ιστορία του Ελληνικού Κράτους. Υπάρχουν βέβαια συζητήσεις και για άλλα άρθρα του Συντάγματος που θα πρέπει να αναθεωρηθούν. Παράλληλα η Συμφωνία καλύπτει και μία σειρά άλλων θεμάτων όπως το καθεστώς των κληρικών στο μέλλον και  την αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας.

Υπάρχουν βέβαια συζητήσεις και για άλλα άρθρα του Συντάγματος που θα πρέπει να αναθεωρηθούν .

Ο πρωθυπουργός και η Κυβέρνηση δέχθηκαν όπως ήταν αναμενόμενο τα πυρά των κομμάτων της Αντιπολίτευσης και όσον αφορά στην χρονική στιγμή της ανακοίνωσης της πρωτοβουλίας για στην Αναθεώρηση του Συντάγματος και όσον αφορά στο προτεινόμενο περιεχόμενο της.

Πέρα και πάνω όμως από τις όποιες πολιτικές αντιπαραθέσεις, η ανάγκη αναθεώρησης του Συντάγματος είναι επί της αρχής  σωστή .  Και τούτο γιατί το Σύνταγμα ως καταστατικός χάρτης του Κράτους πρέπει πάντα να αποτελεί το πλαίσιο αντικατοπτρισμού  των ρευμάτων που χαρακτηρίζουν την κοινωνία αλλά και των ευρύτερων συσχετισμών που την προσδιορίζουν.  Όμως  τόσο τα κοινωνικά ρεύματα όσο και οι κοινωνικοί συσχετισμοί είναι μεταβλητοί , εξελισσόμενοι και επαναπροσδιοριζόμενοι. Αυτή η πραγματικότητα  επιβάλλει  την κατά καιρούς  αναθεώρηση  ορισμένων διατάξεων του Συντάγματος ώστε να βρίσκεται πάντοτε σε αντιστοιχία με τις επικρατούσες κοινωνικές συνθήκες.  Παράλληλα, αυτή η πραγματικότητα οδηγεί στο συμπέρασμα ότι για την αναθεώρηση  των μη θεμελιωδών διατάξεων του Συντάγματος πρέπει να υιοθετηθεί μια πιο ευέλικτη διαδικασία.

Η λογική για την πιο ευέλικτη αναθεωρητική διαδικασία όσον αφορά στις  συνταγματικές διατάξεις που αφορούν πολιτικές, κοινωνικά θέματα και κοινωνικούς μετασχηματισμούς είχε αναπτυχθεί  και στα πλαίσια των συζητήσεων στην Ευρωπαϊκή Συνέλευση  για την εκπόνηση του Ευρωπαϊκού Συντάγματος όπου υπήρχε πρόσφορο έδαφος για τη υιοθέτηση της. Δυστυχώς, μετά τα γνωστά δημοψηφίσματα στη Γαλλία και την Ολλανδία, η μεγάλη ιδέα για το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα καταψηφίστηκε, δίνοντας τη θέση της στη Συνθήκη της Λισσαβόνας που υπολείπεται σε πολλά σημεία του Σχεδίου Ευρωπαϊκού Συντάγματος που η Συνέλευση εκπόνησε.

Πάντως η επικείμενη αναθεώρηση του Συντάγματος αποτελεί μία μοναδική ευκαιρία για την ρύθμιση αρκετών ζητημάτων που είτε δεν είχαν αντιμετωπιστεί σε προηγούμενες αναθεωρήσεις είτα προέκυψαν στη συνέχεια . Υπό αυτήν την έννοια η εξαίρετη εργασία και τα συμπεράσματα της Επιτροπής Διαλόγου για την Συνταγματική Αναθεώρηση αποτελούν μία πολύτιμη βάση.